- Τορά
- Εβραϊκός όρος που μεταφράζεται γενικά Νόμος, αλλά δεν έχει μόνο νομική έννοια· σημαίνει και διδασκαλία: με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τα 5 πρώτα βιβλία της Βίβλου που, σύμφωνα με τους Εβραίους, περιλαμβάνουν την κατεξοχήν διδασκαλία του Θεού. Σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση, η Τ. υπήρχε πριν από τη δημιουργία του κόσμου και υπήρξε όργανο της δημιουργίας αυτής· παραβάλλεται με το φως, τη φωτιά, αλλά συχνότερα με το νερό, γιατί όπως και αυτό είναι ουσιαστική αρχή της ζωής και απαραίτητη στον άνθρωπο· είναι από μόνη της πλήρης και οι προφήτες και τα αγιόγραφα περιλαμβάνονται κατά κάποιο τρόπο σε αυτήν· οποιαδήποτε διδασκαλία παίρνει την αρχή της από την Τ. που δόθηκε στον Μωυσή στο όρος Σινά. Σύμφωνα με μερικούς, η Τ. είναι αιώνια και δεν θα αλλάξει, ενώ προφήτες και αγιόγραφα θα καταργηθούν· υπάρχει όμως και η παράδοση, σύμφωνα με την οποία θα υπάρξει στη μεσσιανική εποχή μια ανανέωση της Τ. και μεγαλύτερη διάδοσή της. Η εβραϊκή γιορτή της Πεντηκοστής έγινε σε ανάμνηση της δωρεάς της Τ. στον περιούσιο λαό. Στις συναγωγές η Τ. είναι αναγκαία για τη λατρεία και γράφτηκε από ειδικούς αντιγραφείς σε περγαμηνές μήκους περίπου 30 μ., που διατηρούνται σε πολύτιμες θήκες και μεταφέρονται με πομπή κατά τη γιορτή της Τ. Ακόμα και στους μουσουλμάνους η Τ. έχει μεγάλο κύρος και θεωρείται, μαζί με το Ευαγγέλιο πηγή αποκάλυψης.
Dictionary of Greek. 2013.